Ένα απόγευμα στο φροντιστήριο, η Λένα μου πάσαρε ένα χαρτάκι.
“Αλίκη, θέλω βοήθεια. Στο διάλειμμα τα λέμε έξω στο περίπτερο”
Της έκανα ένα καταφατικό νόημα και περίμενα καρτερικά τα 40 εναπομείναντα λεπτά των Λατινικών να περάσουν.
Έκανε τσουχτερό κρύο εκείνη την μέρα. Έκρυβα την μύτη και το στόμα μου στο κασκόλ και χάζευα τα εξώφυλλα των περιοδικών, περιμένοντας την Λένα να αξιωθεί να έρθει στο περίπτερο.
“Σόρρυ, αλλά ο Μπάκαλος μου τα έπρηζε. Λέει ότι αν συνεχίσω να χαζεύω, δεν πρόκειται να πιάσω ούτε την βάση”
“Η αλήθεια είναι ότι το έχεις ξεφτιλίσει το θέμα. Πού τρέχει το μυαλό σου συνέχεια;”
“Αλίκη, είμαι ερωτευμένη!”
“Έλα ρε! Ποιος είναι ο τυχερός;”
“Δεν τον ξέρεις… Και τι τυχερός; Ούτε ξέρει ότι τον γουστάρω!”
“Για πες…”
“Τον λένε Σάββα, είναι 19 και κούκλος! Είναι ο αδερφός της φίλης μου της Κικής που σου έλεγα… Θυμάσαι;”
“Ναι…”, όχι ότι θυμόμουν βέβαια, αλλά δεν είχαμε και πολύ χρόνο στην διάθεσή μας για περαιτέρω εξηγήσεις.
“Αυτός; Δείχνει να ενδιαφέρεται;”
“Όχι… Αλλά από την άλλη… Αν δεν μάθει ότι τον θέλω, πώς θα εκδηλωθεί;”
Σε εκείνη την φάση, θέλησα να της εξηγήσω ότι ο έρωτας δεν είναι σώνει και ντε δίνω – παίρνω, σαν να λέμε, “Α! Αυτή με γουστάρει! Ας την γουστάρω και εγώ!”, αλλά είπαμε, χρόνος μηδέν, σε λίγο το διάλειμμα θα τελείωνε και ο Μπάκαλος θα έβγαινε με κανά δίκανο να μας περιμαζέψει.
“Θέλω να με βοηθήσεις! Αύριο πριν το μάθημα, πάμε για καφέ. Έχω σχέδιο!”
Το σχέδιο της Λένας ήταν το εξής: επειδή η ίδια ντρεπόταν να εκδηλωθεί στον Σάββα, θα τον έπαιρνα εγώ τηλέφωνο να του πουλήσω έρωτα και όταν –εν τέλει- θα βρισκόμασταν, θα του αποκάλυπτα την πάσα αλήθεια.
“Τι μαλακίες λες, ρε Λένα;” Πραγματικά το σχέδιό της μου φαινόταν το λιγότερο παιδιάστικο και χαζό.
“Έλα ρε Αλίκη, έλα, έλα, έλα, εσύ είσαι καλή σε αυτά!! Εγώ είμαι κότα!”
“Τι πα να πει, ρε παιδί μου, να τον πάρω και να του πουλήσω έρωτα; Και μετά τι θα πω; “Α! Πλάκα σου έκανα! Η Λένα είναι αυτή που σε γουστάρει, σόρρυ και για το μπέρδεμα;” Δεν πρόκειται να βγάλει πουθενά αυτό”
“ΈΛΑ ΡΕ ΑΛΙΚΗΗΗΗΗΗΗΗ”
“Έλα ρε Αλίκη”, “Έλα βρε Αλικάκι”, “Αλίκη μου, please, please, please, ρε!”, ήρθα και λύγισα. Ας πήγαινε και το παλιάμπελο. Και ένα ωραίο Σάββατο πρωί, τον πήρα τηλέφωνο.
Η φωνή του ήταν μπάσα και σέξι και θα ταίριαζε περισσότερο σε έναν άντρα άνω των τριάντα.
«Γεια σου Σάββα!»
«Γεια, ποιος είναι;»
«Ποια είναι, θέλεις να πεις…»
«Έστω», γελάκι, «ποια είσαι;» Συνέχεια →
5 Απριλίου, 2008
Κατηγορίες: Καθάρματα . Ετικέτες: σε, τηλεφώνησέ, ίσως, βγει, καλό, μας, μου, να . Συντάκτης: aurora4alice . Comments: 2 Σχόλια